Σάββατο 16 Ιανουαρίου 2010

26ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ


26 ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ


26o ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ







26ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ


26ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ


26o ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ


ΤΑ ΜΟΝΤΕΛΑ-60/70cm


ΕΠΙΣΤΗΜΗ-17,5/48,5/6,5cm


ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ-17,5/48,5/6,5cm


ΠΟΛΛΑΠΛΕΣ ΟΠΤΙΚΕΣ-40/50cm


Η ΜΠΑΛΑ ο ΕΓΚ/ΓΡΑΦΟΣ και ο ΕΙΚΟΝΙΚΟΣ ΑΝΘ-60/250cm


ΚΥΜΑΤΑ ΦΩΤΟΣ-94/108cm


ΤΝ και η ΣΠΑΖΟΚΕΦΑΛΙΑ ΤΟΥ 8 -41/05/61cm


ΔΟΜΗΜΕΝΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΑΤΙΣΜΟΣ-94/102cm


ΘΕΡΜΙΚΗ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ-40/40cm ΜΙΚΤΗ ΤΕΧΝΙΚΗ


ΑΠΟ ΤΟ ΣΚΙΤΣΟ ΣΤΟ ΜΟΝΤΕΛΟ-40/40cmΜΙΚΤΗ ΤΕΧΝΙΚΗ


ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΓΛΩΣΣΩΝ


ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΓΛΩΣΣΩΝ-70/350cm-ΜΙΚΤΗ ΤΕΧΝΙΚΗ


ΤΟ ΧΡΥΣΟΨΑΡΟ J.M.G LE CLEZIO

Το κείμενο είναι απόσπασμα από τον λόγο που εκφώνησε ο J.M.G Le Clézio στις 7 Δεκεμβρίου 2008, κατά την απονομή του βραβείου Νόμπελ της λογοτεχνίας.
.
J. M .G. Le Clézio: Στο δάσος των παραδόξων

[…] Αυτό που ο συγγραφέας θα ήθελε περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, είναι η δράση. Να ενεργεί, όχι να είναι απλώς μάρτυρας. Να γράφει, να φαντάζεται, να ονειρεύεται, με σκοπό οι λέξεις του, οι επινοήσεις και τα όνειρά του να παρεμβαίνουν στην πραγματικότητα, να αλλάζουν τα μυαλά και τις καρδιές, να ανοίγουν την προοπτική ενός καλύτερου κόσμου. Κι όμως, την ίδια στιγμή, μια φωνή του ψιθυρίζει ότι κάτι τέτοιο δεν θα γίνει ποτέ, ότι οι λέξεις είναι λέξεις που τις παρασύρει ο άνεμος της κοινωνίας, ότι τα όνειρά δεν είναι παρά χίμαιρες. Με ποιο δικαίωμα πιστεύει πως αυτός είναι καλύτερος; Είναι, στ’ αλήθεια, μέλημα του συγγραφέα η αναζήτηση διεξόδων; &εν μοιάζει, τάχα, με τον δραγάτη, στο θεατρικό έργο Knock ou le triomphe de lamédecine, που ήθελε να εμποδίσει έναν σεισμό; Πώς θα μπορούσε ο συγγραφέας να δρα, όταν δεν ξέρει παρά να θυμάται; Η μοίρα του, θα είναι η μοναξιά. Πάντα ήταν. Ως παιδί, ήταν εκείνο το ευαίσθητο και ανήσυχο πλάσμα που ρουφούσε τα πάντα σαν σφουγγάρι, το κοριτσάκι που περιγράφει η Colette, που δεν μπορεί να κάνει τίποτ’ άλλο απ’ το να παρακολουθεί τους γονείς της να αλληλοσπαράζονται, με τα μεγάλα μαύρα μάτια της ορθάνοιχτα από την επώδυνη προσοχή. Η μοναξιά είναι προσφιλής στους συγγραφείς, στη συντροφιά της βρίσκουν την ουσία της ευτυχίας. Μιας ευτυχίας αντιφατικής, κράμα οδύνης και απόλαυσης, ένας μηδαμινός θρίαμβος, μια υποβόσκουσα και καταλυτική δυσφορία, σαν αυτή που προκαλεί μια σιγανή αλλά επίμονη μουσική. Ο συγγραφέας είναι ο άνθρωπος που καλλιεργεί καλύτερα από κάθε άλλον αυτό το δηλητηριώδες και αναγκαίο φυτό , το οποίο ευδοκιμεί μόνο στο έδαφος της ίδιας του της ανημποριάς. Θα ήθελε να μιλά για όλους τους ανθρώπους και για όλες τις εποχές: δείτε τον, δείτε την, μέσα στο δωμάτιο του /της, εμπρός στον κατάλευκο καθρέφτη της άδειας σελίδας, κάτω από το ατμοσφαιρικό φως του αμπαζούρ. Εμπρός στην υπερβολικά φωτεινή οθόνη του υπολογιστή, ν’ ακούει τον θόρυβο των δακτύλων του επάνω στο πληκτρολόγιο. Αυτό είναι το δάσος του. Κι ο συγγραφέας γνωρίζει καλά το κάθε μονοπάτι του. Κι αν κάτι ξεφεύγει κάποιες φορές, ένα πουλί, ας πούμε, που το ξεσηκώνει ένας σκύλος την αυγή, αυτός κοιτάζει κατάπληκτος- ήταν τυχαίο, έγινε παρά τη θέλησή του, παρά τη θέλησή της. Δεν θα ήθελα, όμως, να αρκεστώ στην αυταρέσκεια μιας αρνητικής στάσης. Η λογοτεχνία –κι εδώ θέλω να καταλήξω-δεν είναι ένα αρχαϊκό κατάλοιπο, το οποίο θα έπρεπε, λογικά, να αντικατασταθεί από τις οπτικοακουστικές τέχνες, και ιδίως από τον κινηματογράφο. Η λογοτεχνία είναι ένας δρόμος περίπλοκος, δύσκολος, αλλά, κατά τη γνώμη μου, πιο αναγκαία σήμερα, απ’ ό,τι την εποχή του Μπάυρον ή του Βίκτορα Ουγκό.
Και είναι η λογοτεχνία αναγκαία, για δύο λόγους:
Πρώτον, επειδή είναι φτιαγμένη από γλώσσα. Είναι η πρώτη σημασία της ίδιας της λέξης: γράμματα, δηλαδή αυτό που είναι γραμμένο. Στη Γαλλία, η λέξη roman(μυθιστόρημα) δηλώνει τα πεζά κείμενα στα οποία χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά μετά τον Μεσαίωνα η νέα γλώσσα που μιλούσαν όλοι πια, η ρωμανική. Από την ιδέα του νέου (nouveauté), προήλθε και η λέξη νουβέλα (nouvelle). Την ίδια περίπου εποχή οι η λέξεις rimeur (στιχουργός) και rime (ομοιοκαταληξία)` αντικαταστάθηκαν από τις λέξεις poète και poésie–από το ελληνικό ρήμα ποιείν, το οποίο σημαίνει δημιουργώ.
Ο συγγραφέας, λοιπόν, ο ποιητής, ο μυθιστοριογράφος, είναι δημιουργοί. Αυτό δεν σημαίνει ότι εφευρίσκουν τη γλώσσα, σημαίνει ότι τη χρησιμοποιούν για να δημιουργούν κάλλος, σκέψη, εικόνα. Γι’ αυτό και δεν θα μπορούσαμε να ζήσουμε χωρίς αυτούς. Η γλώσσα είναι η πιο εκπληκτική εφεύρεση της ανθρωπότητας, η εφεύρεση που προηγείται των πάντων, που συμμετέχει στα πάντα. Χωρίς τη γλώσσα, δεν θα υπήρχαν ούτε επιστήμες, ούτε τεχνική, ούτε νόμοι, ούτε τέχνη, ούτε αγάπη. Αλλά αυτή η εφεύρεση παραμένει εικονική χωρίς τη συνεισφορά των χρηστών της. Μπορεί να ατροφήσει, να συρρικνωθεί, να εξαφανιστεί. Οι συγγραφείς είναι, τρόπον τινά, οι φύλακές της. Γράφοντας μυθιστορήματα, ποιήματα ή θεατρικά έργα, δίνουν στη γλώσσα ζωή. Δεν χρησιμοποιούν αυτοί τις λέξεις, αντίθετα, υπηρετούν τη γλώσσα. Την εξυμνούν, την ακονίζουν, τη μετασχηματίζουν, γιατί η γλώσσα είναι ζωντανή μέσα απ’ αυτούς, μέσω αυτών, και συνοδεύει τις κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές της εποχής τους.
Τον περασμένο αιώνα, όταν εμφανίστηκαν οι ρατσιστικές θεωρίες, κάποιοι μίλησαν για τις θεμελιώδεις διαφορές ανάμεσα στις κουλτούρες. Επικαλούμενοι ένα είδος παράλογης ιεράρχησης, υποστήριξαν ότι η οικονομική επιτυχία των αποικιοκρατικών δυνάμεων αντιστοιχούσε σε μία δήθεν πολιτισμική ανωτερότητα. Παρόμοιες θεωρίες αναβιώνουν κατά καιρούς εδώ κι εκεί, σαν μια νοσηρή και πυρετώδης τάση, για να δικαιολογήσουν τη νέο-
αποικιοκρατία ή τον ιμπεριαλισμό. Υποτίθεται ότι κάποιοι λαοί έχουν μείνει πίσω, ότι δεν έχουν αποκτήσει τα δικαιώματα του πολίτη (δικαίωμα λόγου) εξ αιτίας της οικονομικής τους καθυστέρησης ή του τεχνολογικού αρχαϊσμού τους. Αλλά σκέφτηκε ποτέ κανείς πως όλοι οι λαοί του κόσμου, όπου κι αν βρίσκονται κι όποιος κι αν είναι ο βαθμός ανάπτυξής τους, χρησιμοποιούν τη γλώσσα; Κι ότι η κάθε μία από αυτές τις γλώσσες συνιστά αυτό το ίδιο λογικό, σύνθετο, δομημένο και αναλυτικό σύνολο που μας δίνει τη δυνατότητα να εκφράζουμε τον κόσμο – που είναι ικανό να λέγει την επιστήμη ή να επινοεί τους μύθους;
Αφού υπερασπίστηκα την ύπαρξη αυτού του αμφιλεγόμενου και κάπως απαρχαιωμένου όντος, του συγγραφέα, δηλαδή, θα ήθελα να πω τον δεύτερο λόγο ύπαρξης της λογοτεχνίας, ο οποίος άπτεται περισσότερο του ωραίου κλάδου των εκδόσεων.
Σήμερα, γίνεται πολύς λόγος για την παγκοσμιοποίηση. Ξεχνάμε ότι το φαινόμενο αυτό ξεκίνησε στην Ευρώπη ήδη από την Αναγέννηση, με την αρχή της αποικιοκρατίας.
Η παγκοσμιοποίηση, αυτή καθαυτή από μόνη της, δεν είναι κάτι κακό. Η επικοινωνία επιταχύνει την πρόοδο στις επιστήμες, στην ιατρική. Ίσως η διάδοση της πληροφορίας να κάνει πιο δύσκολους τους πολέμους. Αν υπήρχε το Ίντερνετ, πιθανόν η συνομωσία του Χίτλερ να μην είχε πετύχει –η γελοιοποίηση ίσως να είχε αποτρέψει τη γέννησή της.
Όλα δείχνουν ότι ζούμε στην εποχή του Ίντερνετ και της εικονικής επικοινωνίας. Όλα αυτά είναι καλά , όμως τι αξίζουν τέτοιες εκπληκτικές εφευρέσεις χωρίς τη διδασκαλία της γραπτής γλώσσας και χωρίς τα βιβλία; Θα ήταν ουτοπία να πιστέψει κανείς ότι είναι δυνατόν να
προμηθεύσουμε όλη την ανθρωπότητα με οθόνες υγρών κρυστάλλων. Μήπως έχουμε αρχίσει να δημιουργούμε μια νέα ελίτ, να χαράζουμε μια νέα γραμμή που χωρίζει τον κόσμο ανάμεσα σ’ αυτούς οι οποίοι έχουν πρόσβαση στην επικοινωνία και τη γνώση κι αυτούς οι οποίοι στερούνται αυτής της δυνατότητας; Σπουδαίοι λαοί και σπουδαίοι πολιτισμοί εξαφανίστηκαν επειδή δεν το κατάλαβαν. Και βέβαια, άλλοι, πολύ σημαντικοί πολιτισμοί, που κάποιοι τους χαρακτηρίζουν μειονοτικούς, κατάφεραν να επιβιώσουν μέχρι σήμερα, χάρη στην προφορική παράδοση των μύθων και των γνώσεων. Η αναγνώριση της προσφοράς αυτών των πολιτισμών δεν είναι απλώς απαραίτητη, είναι ευεργετική. Ωστόσο, είτε το θέλουμε είτε όχι, κι ακόμη κι αν δεν έχουμε φτάσει στην εποχή της πραγματικότητας, δεν ζούμε πλέον ούτε στην εποχή του μύθου. Και δεν είναι δυνατόν να θεμελιώσουμε τον σεβασμό για τον άλλον και την ισότητα, χωρίς να προσφέρουμε σε κάθε παιδί το αγαθό της γραφής. Σήμερα, επόμενη μέρα του τέλους της αποικιοκρατίας, η λογοτεχνία αποτελεί ένα από τα μέσα για να μπορούν οι άνδρες και οι γυναίκες της εποχής μας να εκφράζουν την ταυτότητά τους, να διεκδικούν το δικαίωμά τους στον λόγο και να ακούγονται, μέσα στην ποικιλομορφία τους. Χωρίς τη φωνή τους, χωρίς το κάλεσμά τους, θα ζούσαμε σ’ έναν σιωπηλό κόσμο. Η κουλτούρα σε παγκόσμια κλίμακα είναι υπόθεση όλων μας. Κυρίως, όμως, είναι ευθύνη των αναγνωστών, με άλλα λόγια των εκδοτών. Είναι, πράγματι, άδικο, ένας Ινδιάνος του Βόρειου Καναδά να πρέπει να γράφει στη γλώσσα των κατακτητών, δηλαδή στα γαλλικά ή στα αγγλικά, για να μπορεί να ακουστεί. Είναι, στ΄ αλήθεια, ουτοπικό να πιστεύουμε ότι η κρεολική γλώσσα του Μαυρίκιου ή των Αντιλλών θα μπορέσει να ακούγεται με τη ίδια ευκολία με την οποία ακούγονται, με τις πέντε ή έξι γλώσσες που, σήμερα, κυριαρχούν απόλυτα στα μέσα ενημέρωσης. Αν όμως ο κόσμος μπορέσει να τις αφουγκραστεί μέσα από τη μετάφραση, τότε κάτι το καινούργιο και το αισιόδοξο αρχίζει να συντελείται. Ο πολιτισμός, το έχω ήδη πει, είναι το κοινό αγαθό μας, η περιουσία όλης της ανθρωπότητας. Αλλά για να ισχύει αυτό, θα πρέπει να δίνονται στον καθένα τα ίδια μέσα πρόσβασης σ’ αυτόν. Και εδώ, το βιβλίο αποτελεί το ιδανικό εργαλείο, όσο απαρχαιωμένο κι αν είναι. Είναι πρακτικό, εύχρηστο, οικονομικό. δεν συνιστά κανένα ιδιαίτερο τεχνολογικό επίτευγμα, και μπορεί να διατηρείται σε όλα τα κλίματα.
Το μόνο του μειονέκτημα –κι εδώ απευθύνομαι ειδικά στους εκδότες- είναι ότι σε πολλές χώρες δεν προσιτό. Στον Μαυρίκιο, η τιμή ενός μυθιστορήματος ή μιας ποιητικής συλλογής αντιστοιχεί σ’ ένα σημαντικό μέρος ενός οικογενειακού προϋπολογισμού. Στην Αφρική, στη νοτιο-ανατολική Ασία, στο Μεξικό, στην Ωκεανία, το βιβλίο εξακολουθεί να αποτελεί μια απρόσιτη πολυτέλεια. Ωστόσο, υπάρχουν λύσεις γι’ αυτό το πρόβλημα. Οι εκδόσεις σε συνεργασία με τις υπό ανάπτυξη χώρες, η χρηματοδότηση δανειστικών ή κινητών βιβλιοθηκών και, γενικότερα, ένα μεγαλύτερο ενδιαφέρον προς τη ζήτηση και τα κείμενα που
γράφονται στις λεγόμενες μειοψηφικές γλώσσες –αν και αριθμητικά είναι πολύ περισσότερες- όλα αυτά θα επιτρέψουν στη λογοτεχνία να συνεχίσει να είναι αυτό το θαυμάσιο μέσον με το οποίο γνωρίζουμε τον εαυτό μας, ανακαλύπτουμε τον άλλο και ακούμε, μέσα στον πλούτο των θεμάτων του και των χρωματισμών του, το κονσέρτο της ανθρωπότητας.

Η μετάφραση αποτελεί τον καρπό τηςσυλλογικής προσπάθειας που έκαναν οι σπουδάστριες του 2ου έτους των Εργαστηρίων, Φωτεινή Γαλεράκη, Μαρία Λένη,Μάρθα Ολυμπίου, Νάντια Ρούσσου, Ράνια Τσαγκαράκη και Χρυσούλα Φουρνάρη ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗΣ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Τρίτη 12 Ιανουαρίου 2010

ΣΤΟ MILLI-KILO


ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΜΟΡΦΗ


ΤΟ ΧΡΥΣΟΨΑΡΟ-ΜΗΤΕΡΑ ΓΗ







Πώς θα μπορούσε κάποιος με μια ματιά να ταξινομήσει μια χώρα σε αναπτυγμένη η υποανάπτυκτη; Μια πρώτη διαφορά είναι η εμφάνιση του δημόσιου χώρου. Γενικά καθαρός και τακτοποιημένος δημόσιος χώρος στη μια, γενικά βρώμικος και ανάκατος στην άλλη. Μήπως ανεπτυγμένες και υποανάπτυκτες τείνουν να ομογενοποιηθούν στην εποχή μας; Υποανάπτυκτη φύση δεν συνάντησα, παρά μόνο εκεί που έβαλε το χεράκι του ο άνθρωπος εν έτη 2010.